Το μέσο εισόδημα καθορίζεται από ΑΕΠ (Εθνικό Εγχώριο
Προϊόν) και τον πληθυσμό. Μια άλλη παράμετρος του εισοδήματος είναι η κατανομή του. Η ανισοκατανομή
εισοδήματος μπορεί να μετρηθεί ποσοτικά με διάφορους όπως Gini, Theil,
Hoover indexes (βλ.αριστερά). Η κατανομή εισοδήματος καθορίζεται από την ελεύθερη αγορά αλλά
και τις κυβερνητικές πολιτικές.
Δεχόμαστε ότι μια από τις σοβαρές αδυναμίες του οικονομικού
συστήματος της ελεύθερης αγοράς είναι η ανισοκατανομή εισοδήματος.
Σε βάθος
χρόνου δημιουργεί ανισοκατανομή πλούτου. Η αδυναμία αυτή πρέπει να διορθωθεί.
Κάποια από τα Οικονομικά Μέτρα αποσκοπούν και στην διόρθωση διαφορών εισοδήματος
και πλούτου. Παράδειγμα είναι τα μέτρα για την ανεργία και η ανάπτυξη
συνεταιριστικών μορφών παραγωγής και κατανάλωσης. Αυτά τα μέτρα και η διόρθωση
των αδυναμιών του κρατισμού που περιγράφηκαν στο προηγούμενο άρθρο, ενδέχεται να
διορθώσουν την κατανομή στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Εάν δεν το καταφέρουν, τότε
σαν τελευταίο μέτρο είναι η φορολόγηση και οι μεταβιβαστικές πληρωμές.
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η φορολόγηση είναι κατά της
ελευθερίας του ατόμου. Όπως και οι νόμοι, έτσι και οι φορολόγηση είναι ένα
αναγκαίο κακό. Χρειαζόμαστε τουλάχιστον ασφάλεια, εθνική άμυνα, δικαιοσύνη, δρόμους, σχολεία,
πλατείες, πάρκα, αεροδρόμια, λιμάνια, εκπαίδευση, υγεία. Η θέση της Νέας Αρχής είναι
υπέρ της δωρεάν υγείας και παιδείας. Στη περίπτωση της υγείας μπορούμε να δεχτούμε
ένα συμβολικό τίμημα που θα αποτρέπει την κατάχρηση των υπηρεσιών υγείας. Όπως και οι νόμοι, έτσι και η φορολόγηση δεν πρέπει να είναι
παραπάνω από όσο χρειάζεται και να μη γίνεται δυσβάστακτη και καταπιεστική.
Αφού έχουμε δεχτεί την αναγκαιότητα της φορολόγησης, προχωράμε
στο πως πρέπει να επιμερίζεται. Ακόμη και επίπεδα ποσοστά φορολόγησης δημιουργούν
αναδιανομή εισοδήματος. Για να μην έχουμε αναδιανομή χρειάζεται επίπεδος φόρος
και όχι επίπεδος συντελεστής δηλαδή να πληρώνουν όλοι το ίδιο ποσό. Άρα ο
αναδιανεμητικός ρόλος της φορολόγησης είναι δεδομένος.
Συνεχίζουμε στο πόσο αναδιανεμητική θα είναι η φορολόγηση. Αφού
έχουν εξαντληθεί όλα τα μέτρα δεν απομένει τίποτα άλλο από την φορολόγηση και
τις μεταβιβαστικές πληρωμές για να διορθωθούν οι όποιες αδυναμίες στη κατανομή
εισοδήματος και πλούτου. Το ερώτημα είναι ποια είναι η κατανομή που επιθυμούμε.
Σαφέστατα δεν επιθυμούμε, τη σημερινή κατανομή, τουλάχιστον εμείς στη Νέα Αρχή.
Είμαστε υπέρ των διαφορών εισοδήματος και πλούτου. Ας υποθέσουμε
ότι υπάρχει αξιοκρατία και ότι το εισόδημα είναι ανάλογο της προσπάθειας, των
ικανοτήτων, της τόλμης και της τύχης. Δεν συμβαίνει στη πραγματικότητα και
ειδικά στην Ελλάδα αλλά κάνουμε μια υπόθεση. Η ανταμοιβή για αυτά που αναφέρθηκαν
πρέπει να υπάρχει αλλά όχι σε υπερβολικό βαθμό.
Αυτή τη στιγμή οι 62 πλουσιότεροι άνθρωποι στο κόσμο έχουν
πλούτο, όσο τα 3,5 δισεκατομμύρια φτωχότεροι. Ο πληθυσμός της γης είναι
7,35 δισεκατομμύρια. Οι 62 έχουν όσο ο μισός πλανήτης. Η αναλογία είναι 1/56.000.000
δηλαδή για κάθε ένα € που έχουν οι φτωχότεροι, οι πλουσιότεροι έχουν 56
εκατομμύρια €. Όποιος πιστεύει ότι αυτό είναι εξωφρενικό δεν είναι αριστερός αλλά απλά λογικός. Είμαστε κέντρο + δεξιοί και θεωρούμε τέτοιες διαφορές τελείως
παράλογες.
Το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα της Ελλάδας είναι περίπου 200
δις €. Εάν
υπολογίσουμε και 25% τουλάχιστον την παραοικονομία, τότε το ποσό
φτάνει σε 250 δις €. Αυτή είναι η συνολική πίτα προς μοίρασμα. Όσο πιο πολλά
παίρνουν κάποιοι, τόσο λιγότερα μένουν για τους υπόλοιπους. Ένας τρόπος να
μοιραστεί η πίτα είναι ανά άτομο. Στη παρένθεση είναι τα στοιχεία με την
παραοικονομία. Ο πληθυσμός της Ελλάδας είναι 11 εκ. Εάν διαιρέσουμε 200 (250)*
δις € με 11 εκ τότε αναλογούν 18,181 (22,727) € ανά άτομο το χρόνο. Εάν το
διαιρέσουμε δια 12 μήνες, τότε προκύπτουν 1,515 (1,893) € για κάθε άτομο το
μήνα. Δηλαδή σε μια τετραμελή οικογένεια αντιστοιχούν 6,000 (7,572) €, σε μια
τριμελή 4,500 (5,679) € και σε μια διμελή 3,000 (3,786) € το μήνα.
Πιο σωστό είναι η πίτα να μοιραστεί σε εργαζόμενους,
ανέργους και συνταξιούχους που στο σύνολο τους είναι περίπου 7,5 εκ. Με
μια απλή διαίρεση προκύπτει ότι αντιστοιχούν 26,666 (33,333) € ετήσιο εισόδημα
στο καθένα. Εάν το διαιρέσουμε με το 12 τότε προκύπτουν 2,222 (2,777) € ανά
μήνα στο καθένα. Δηλαδή σε μια οικογένεια με δύο ενήλικες αντιστοιχούν 4,444 (
5,554) €.
Χρησιμοποιούμε ενδεικτικά το διάγραμμα της κατανομής
εισοδήματος για τη Μεγάλη Βρετανία το 2007/08 (δεύτερο διάγραμμα). Παρόμοιο ήταν
τότε της Ελλάδας (δεν μπορέσαμε να το βρούμε στο διαδίκτυο). Μετά τη κρίση έχει
αλλάξει προς το χειρότερο. Θεωρούμε ότι το διάγραμμα πρέπει πλησιάσει
περισσότερο την κανονική κατανομή (τρίτο διάγραμμα).
Δεν προσδιορίζουμε ακριβώς ποια πρέπει να είναι η κατανομή
εισοδήματος. Εξαρτάται από το χώρο και το χρόνο δηλαδή την χώρα και τη εποχή. Λέμε
ότι η ανισοκατανομή είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπισθεί. Δεν
το βλέπουμε σαν τιμωρία στους οικονομικά προνομιούχους αλλά ως διόρθωση μιας
πολύ σοβαρής αδυναμίας του συστήματος της ελεύθερης αγοράς. Εάν δεν διορθωθεί η
αδυναμία, θα πρέπει να πάμε σε εναλλακτικά συστήματα όπως ο σοσιαλισμός και αυτό
δεν το θέλουμε.
Ένα σοβαρό εργαλείο είναι η αρνητική φορολόγηση. Αρχικά
είχε προταθεί από την Βρετανίδα πολιτικό Juliet Evangeline, Lady
Rhys-Williams τη δεκαετία του '40. Στη συνέχεια αναπτύχθηκε από τον Αμερικάνο
οικονομολόγο Milton Friedman. Αυτό πρέπει να συνδυαστεί και με το ελάχιστο
εγγυημένο εισόδημα. Δηλαδή η καμπύλη εισοδήματος να ξεκινάει από ένα επίπεδο και
στη συνέχεια να της δίνεται κανονική μορφή. Προτείνουμε το επίδομα
ανεργίας να καταργηθεί αφού οι άνεργοι θα καλύπτονται από την αρνητική φορολόγηση.
Επίσης υποστηρίζουμε έκπτωση των φιλανθρωπικών εξόδων από το
φορολογητέο εισόδημα. Είναι διαφορετικό να τα παίρνει το κράτος από το
φορολογούμενο και να μην ξέρει που πηγαίνουν από το να τα δίνει στην αγαθοεργία
της επιλογής του. Το δεύτερο είναι πιο άμεσο και προσφέρει πολύ μεγαλύτερη ηθική
ικανοποίηση. Η έκπτωση όμως θα δίνεται από ένα επίπεδο και πάνω η μόνο μέχρι ένα
ποσοστό. Αλλιώς όλοι οι φορολογούμενο θα τα έδιναν σε αγαθοεργίες και δεν θα
συγκεντρωνόντουσαν οι απαραίτητοι φόροι. Η παραπάνω ανάλυση αφορά τα φυσικά πρόσωπα. θα βοηθήσουμε την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές.